Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

ΕΝΟΠΛΗ ΒΙΑ: ΣΥΓΧΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΠΗΛΕΙΕΣ



[Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, 28 Μαρτίου 2014]

Γιώργος Ν. Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας
oikonomouyorgos.blogspot.com

ΕΝΟΠΛΗ ΒΙΑ: ΣΥΓΧΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΠΗΛΕΙΕΣ

Εν Ελλάδι το θέμα των παράνομων ομάδων που χρησιμοποιούν ένοπλη βία, σε συνθήκες κοινοβουλευτισμού, επανέρχεται συχνά στην επικαιρότητα. Όμως παρά τα μεγάλα αδιέξοδα στα οποία οδηγήθηκαν αυτές οι ομάδες, εξακολουθούν να υπάρχουν αρκετές συγχύσεις. Η συζήτηση συνήθως παρακάμπτει ένα κεφαλαιώδες ζήτημα: ότι η δολοφονία ενός ανθρώπου, ανεξαρτήτως των προθέσεων του δολοφόνου, είναι πρωτίστως αυθαίρετη ανθρωποκτονία. Αυτό είναι το κύριο, τα υπόλοιπα είναι δευτερεύοντα. Eίτε η ανθρώπινη ζωή είναι απόλυτη αξία, οπότε ουδείς έχει το δικαίωμα να την αφαιρέσει με οποιαδήποτε πρόφαση, δικαιολογία ή ιδεολογία είτε έχει σχετική αξία, οπότε ανοίγεται ο φαύλος κύκλος της ανέλεγκτης τυφλής βίας. Φυσικά στη δεύτερη περίπτωση οι φόνοι και τα εκρηκτικά δεν έχουν καμία σχέση με πολιτικό αγώνα.  
Σε συνθήκες κοινοβουλευτισμού, ο πολιτικός αγώνας για την αλλαγή της κοινωνίας και του πολιτεύματος δεν μπορεί παρά να είναι συλλογικός, κοινωνικός. Οποιαδήποτε άλλη προσπάθεια εμπίπτει στην λανθασμένη αριστερή λογική,  είτε αυτή κατάγεται από τον Λένιν, είτε από τον Μάο ή τον Μαριγκέλα. Σε συνθήκες βεβαίως δικτατορίας τα πράγματα είναι διαφορετικά, διότι τότε δεν υπάρχουν δικαιώματα, ελευθερίες και πολιτικές δυνατότητες για την έκφραση ιδεών και πράξεων, οπότε οι μορφές δράσης αλλάζουν. Τότε μπορεί να γίνει λόγος για jus resistentiae. Έτσι η απόπειρα του Αλέξανδρου Παναγούλη  σε συνθήκες δικτατορίας να σκοτώσει τον τύραννο ήταν δίκαιη και ο ίδιος υπήρξε αγωνιστής της ελευθερίας. Ας μη ξεχνάμε πως η συμβολική πράξη γεννήσεως της αθηναϊκής δημοκρατίας ήταν ο φόνος του τυράννου από τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα (γνωστοί ως τυραννοκτόνοι) .   
Η ανωνυμία και η απομόνωση της παράνομης οργάνωσης συνιστούν την πολιτική αδυναμία της και τη θνησιγενή πορεία της.  Όλες άλλωστε οι προσπάθειες των ενόπλων ομάδων έχουν αποτύχει παταγωδώς: ο Τσε Γκεβάρα στη Βολιβία, οι Τουπαμάρος στην Ουρουγουάη, η RAF στη Γερμανία, οι «Ερυθρές Ταξιαρχίες» στην Ιταλία και η «17Ν» στην Ελλάδα. Ο απολογισμός τους είναι μόνο αρνητικός. Το αίμα και η απόλυτη βία ουδεμία σχέση έχουν με τη δημοκρατική πολιτική ούτε δημιουργούν οποιαδήποτε ουσιαστική σχέση με την κοινωνία, παρά μόνο με περιθωριακές μειοψηφίες και desperados. Άλλωστε η δραστηριότητα αυτού του είδους μόνο άσχημα αποτελέσματα έχει: την αυθαίρετη αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής, τον παρασυρμό των ένθερμων επαναστατημένων νέων σε ένα αδιέξοδο αιματηρό δρόμο, τον εγκλεισμό εν τέλει των μελών της οργάνωσης στις φυλακές. Επί πλέον δίνει τη δικαιολογία, την αφορμή και το έρεισμα στις δυνάμεις του κράτους να ενδυναμώσουν το νομοθετικό, πολιτικό, νομικό και ηθικό οπλοστάσιό τους, να οξύνουν τη βία, την τρομοκρατία και την καταστολή κατά παντός υπόπτου και διαφωνούντος.       
Όσον αφορά τα μέλη της «17Ν», τίθενται δύο ιδιαίτερα ζητήματα που αναφέρονται, το ένα, στην ορολογία και, το άλλο, στην πολιτική ηθική. Το να αυτοαποκαλούνται τα μέλη της επαναστάτες και αγωνιστές δεν είναι θέμα προσωπικού γούστου. Είναι ζήτημα σαφών ορισμών και ευκρινών εννοιών. Επανάσταση και αγώνας δεν είναι οι φόνοι, οι εκρηκτικοί μηχανισμοί, οι ληστείες και οι βόμβες μολότωφ. Επανάσταση, κατά τον Κορνήλιο Καστοριάδη, είναι ο συλλογικός αυτόνομος αγώνας της κοινωνίας για τη θεσμική αλλαγή της. Τα μέλη των ενόπλων ομάδων είναι απλώς άτομα απομονωμένα που ενεργούν για δικό τους λόγο και δικό τους «όφελος». Ουδείς τούς έχει εξουσιοδοτήσει ούτε τους έχει εκλέξει, αν και οι ίδιοι μιλούν και δρουν εξ ονόματος του «λαού».
Από την άλλη, τα μέλη της «17Ν» προσπάθησαν να ταυτίσουν τη δράση τους με τη μεγαλειώδη εξέγερση στο Πολυτεχνείο το 1973. Καπηλεύθηκαν, και συνεχίζουν να καπηλεύονται, μία ιστορική ημερομηνία που δεν τους ανήκει, και πίσω από την οποία προσπάθησαν να κρύψουν τους φόνους, τις αντιπολιτικές και αντικοινωνικές πράξεις τους. Όμως η στάση αυτή δεν έχει το στοιχείο της ηθικής το απαραίτητο για πολιτικές δράσεις. Το να ιδιοποιείσαι τον αγώνα και το αίμα των άλλων είναι ιδιοτέλεια. Πολλοί θα ήταν σε θέση να πουν πως γεννήθηκαν στις 17 Νοεμβρίου, αλλά δεν το λένε, δεν το εκμεταλλεύονται και δεν το εμπορεύονται.
Πάντως η εξέγερση τον Νοέμβριο 1973 δεν είχε καμία σχέση με τις κρυφές και αιματηρές πράξεις της «17Ν». Ήταν πρωτίστως μία λαϊκή εξέγερση στο φώς του δημοσίου κοινωνικού χώρου. Έγινε δε λαϊκή διότι οι φοιτητές απευθύνθηκαν στην κοινωνία με ανοικτό και σαφή τρόπο - σε συνθήκες δικτατορίας! - τονίζοντας με την πρωτοβουλία τους και την πράξη τους πως μόνο ο συλλογικός αγώνας σε ισότιμη βάση μπορεί να φέρει την ελευθερία και τη δημοκρατία. Έτσι, με τον συλλογικό αγώνα τους, με την αυτο-οργάνωσή τους και τον αυτο-καθορισμό τους  ανέδειξαν το ουσιαστικό νόημα της πολιτικής, παρακαταθήκη για τους επερχόμενους. 
  
Για περισσότερα περί την εξέγερση του Πολυτεχνείου, την έννοια και την πρακτική της πολιτικής, ας μου επιτραπεί να παραπέμψω στο βιβλίο μου «Πολυτεχνείο 1973: Η απαρχή του αυτόνομου κινήματος» (εκδόσεις Νησίδες).