Δευτέρα 24 Ιουνίου 2019

Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟΥ ΣΤΟΝ ΚΟΡΝΗΛΙΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗ


[Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, 21 Ιουνίου 2019]


Γιώργος Ν. Οικονόμου
Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, συγγραφέας


Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟΥ
ΣΤΟΝ ΚΟΡΝΗΛΙΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗ


Για το βιβλίο του
Κορνήλιου Καστοριάδη
Πεπραγμένα και πρακτέα
Ύψιλον, 2019.

            Το βιβλίο αυτό είναι το προτελευταίο στη σειρά «Τα σταυροδρόμια του λαβυρίνθου» και εκδόθηκε ζώντος του Κορνήλιου Καστοριάδη. Θα έλεγα ότι συμπυκνώνει την φιλοσοφία μιας ζωής με έναν ιδιαίτερο τρόπο, αφού στο βασικό του κείμενο, που δίνει και τον τίτλο στο βιβλίο, ο Καστοριάδης απαντά σε κριτικές που ασκήθηκαν στις απόψεις του από πανεπιστημιακούς και άλλους διανοουμένους, οι οποίες δημοσιεύθηκαν το 1989 σε ένα συλλογικό τόμο προς τιμήν του. Μπορεί να πει κανείς πως οι κριτικές αυτές συμπυκνώνουν τους κύριους τόπους των κριτικών που ασκήθηκαν στο έργο του και από αυτήν την άποψη έχει μοναδικό ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς τις απαντήσεις σε αυτές άμεσα από τον ίδιο.
            Αναγκάζεται έτσι ο Καστοριάδης να επανεξετάσει και να διευκρινίσει τις βασικές γραμμές του έργου του, σχεδόν σε όλους τους τομείς, οντολογία, ψυχανάλυση, ηθική, πολιτική. Από αυτήν την άποψη αποτελεί ένα είδος πνευματικής αυτοβιογραφίας και φιλοσοφικής, ψυχαναλυτικής και πολιτικής διαθήκης, αν και όλο το έργο του ασφαλώς είναι μιά ανοικτή διαθήκη. Το βιβλίο περιέχει και άλλα κείμενα για την σχέση φιλοσοφίας και ψυχανάλυσης, καθώς και το ιστορικό της φαντασίας, προσθέτοντας καινούριες οπτικές σε αυτά τα πεδία που αποτελούν κύριους πυλώνες της φιλοσοφίας του.
            Δύο από τα πιο σημαντικά ζητήματα τα οποία προκύπτουν από αυτό το βιβλίο, και πρέπει να αναδειχθούν είναι: πρώτον, τι το νέο και διαφορετικό έφερε ο Καστοριάδης στη φιλοσοφία και δεύτερον: ποια είναι η αξία του στη φιλοσοφία και την πολιτική. Φυσικά εδώ δεν μπορεί να γίνει αναλυτική εξέταση, είναι όμως καλό να υποτυπωθούν κάποια στοιχεία, τα οποία χρειάζεται να αναπτυχθούν σε ευρύτερη εργασία. 
            Το νέο που έφερε ο Καστοριάδης  στη φιλοσοφία, με την βοήθεια της φροϋδικής θεωρίας και της ψυχανάλυσης, έγκειται στην δημιουργία μίας νέας οντολογίας, της οντολογίας του φαντασιακού, η οποία εκδέχεται το Είναι όχι ως πλήρως καθορισμένο και καλώς ορισμένο, όπως η παραδοσιακή φιλοσοφία, αλλά ως ακαθόριστο. Με την έννοια αυτή είναι επιδεκτικό στην αυτοαλλοίωση μέσα στον χώρο και στον χρόνο. Στο πλαίσιο αυτό, απορρίπτοντας τις αντιλήψεις της κληρονομημένης ελληνοδυτικής σκέψης, ο Καστοριάδης εισάγει μια νέα σύλληψη της ανθρώπινης κοινωνίας και ιστορίας. Η  κοινωνία και η ιστορία δεν υπόκεινται σε αδήριτους αντικειμενικούς οικονομικούς νόμους, δεν υπακούουν στην καθοριστικότητα. διαρρηγνύουν τα πλαίσια του καθορισμένου, είναι δημιουργίες ακαθόριστες.
            Η ιστορία είναι δημιουργία, ποίησις, γένεση οντολογική νέων μορφών, νέων ειδών. H καταγωγή της κοινωνίας και των θεσμών οφείλεται στο κοινωνικό φαντασιακό, το οποίο δημιουργεί καινούρια είδη, οντολογικά είδη, καινούργιες μορφές, μορφές άλλες και όχι απλώς διαφορετικές. Αυτές οι νέες μορφές είναι οι κοινωνικές φαντασιακές σημασίες, ήτοι όροι και αναφορές που δεν ανάγονται σε (ή που δεν παράγονται από) κάποια «πραγματικότητα», «λειτουργικότητα» και «ορθολογικότητα». Αντιθέτως η πραγματικότητα, η λειτουργικότητα και η ορθολογικότητα είναι δημιουργήματα του φαντασιακού, είναι κοινωνικές φαντασιακές σημασίες.
Η οντολογία αυτή σηματοδοτεί μια ρήξη με την παραδοσιακή σκέψη από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη μέχρι τον Κάντ, τον Χέγκελ, τον Μαρξ και τον Χάιντεγκερ. Από τη στιγμή που η κληρονομημένη σκέψη στηρίζεται στην καθοριστικότητα, εγκλωβίζεται ταυτοχρόνως σε αυτήν, με αποτέλεσμα να απωθεί από την οπτική της τη φαντασία και το φαντασιακό, να εξορίζει την δημιουργία του νέου, του άλλου. Και εδώ έγκειται η αξία και η τεράστια σημασία της καστοριαδικής οντολογίας: αναδεικνύει το φαντασιακό ως το κύριο στοιχείο του ανθρώπου και ως πηγή της ανθρώπινης δημιουργίας.  Όμως αυτό που της δίνει μία άλλη δυναμική και την  προεκτείνει στον 21ο αιώνα, έγκειται στο γεγονός ότι ήταν αποτέλεσμα της κατά μέτωπον σύγκρουσής της όχι μόνο με τον κυρίαρχο μαρξισμό αλλά και με τον μεταφιλοσοφικό μηδενισμό και τον μεταμοντέρνο σχετικισμό της εποχής της.          
Πράγματι, στις δεκαετίες 1960-1980 στη Γαλλία αλλά και σε άλλες χώρες κυριαρχούσαν ο μαρξισμός από τη μια και ο δομισμός, ο μεταδομισμός και ο μεταμοντερνισμός από την άλλη. Η συντριπτική πλειονότητα των διανοουμένων (Αλτουσέρ, Λεβί-Στρος, Φουκώ, Λακάν, Μπάρτ, Ντεριντά) είχαν επηρεασθεί από αυτά τα ρεύματα σκέψης και από μία ισχυρή δόση νιτσεϊσμού και χαϊντεγκεριανισμού που θεμελίωναν την ανθρώπινη ύπαρξη στην αδυνατότητά της να υπερβαίνει και να αλλάζει την κατάστασή της. Επικύρωναν έτσι το ισχύον και το θεσμισμένο. Η μηδενιστική χαϊντεγκεριανή θεώρηση  του Είναι συμφωνεί με την απαίτηση του συστήματος να ελέγχει τα πάντα, οικονομία, πολιτική, κουλτούρα. Με «το τέλος της φιλοσοφίας» και «το πεπρωμένο του Είναι» (Χάϊντεγκερ), με τον «θάνατο του ανθρώπου» (Φουκώ) και του υποκειμένου (Λακάν), ο άνθρωπος αντιμετωπίζεται ως υφιστάμενος ένα βιολογικό,  ένα οικονομικό  και ένα συμβολικό σύστημα και άρα ως αντικείμενο μιας βιοπολιτικης εξουσίας, την οποία ασκεί επάνω του το πολιτικό σύστημα.
Στην αντίληψη αυτή ανήκει και ο Αγκάμπεν με την αποψή του για την διαμόρφωση της σύγχρονης κοινωνίας σε «στρατόπεδο συγκέντρωσης», από το οποίο δεν υπάρχει δυνατότητα διαφυγής και ο καθένας είναι μελλοντικός homo sacer.[1] Με άλλα λόγια υπήρχε και υπάρχει μία οντολογία του κυρίαρχου, του ισχύοντος και του θεσμισμένου, μια οντολογία του κλειστού συστήματος χωρίς κάποιο «έξω», η οποία προσυπογράφει εν τέλει το «τέλος της ιστορίας». Σε αυτήν προσχώρησαν ο Κλωντ Λεφόρ και ο Μαρσέλ Γκωσέ.
Σε αυτήν την κυρίαρχη οντολογία του μηδενισμού, του μεταμοντερνισμού, της παθητικότητας και της υπακοής, ο Καστοριάδης δημιούργησε μία νέα οντολογία του φαντασιακού και της δημιουργίας, που αναπτύσσει και στο παρόν σημαντικώτατο βιβλίο. Μία οντολογία ικανή να αντιπαρατεθεί στην κυρίαρχη οντολογία και ιδεολογία. Όλη αυτή η καινοτόμος σύλληψη του Είναι έχει ως ρητή ή υπόρρητη μέριμνα την ατομική και κοινωνική αυτονομία, και από αυτήν την άποψη δικαίως χαρακτηρίσθηκε ως ο στοχαστής της αυτονομίας και της δημοκρατίας. Σε αυτές τις δύο κυρίως αναφέρεται, κατά τη γνώμη μου, ο δεύτερος όρος στον τίτλο του βιβλίου: πρακτέα.
Θα ήθελα, τέλος, να επισημάνω την ποιότητα τόσο της έκδοσης από το «Ύψιλον» όσο και της μεταφραστικής εργασίας του Κωστή Σπαντιδάκη, πίσω από την οποία υπάρχει πολύμοχθη και πολύχρονη προσπάθεια, γνώση, ευσυνειδησία και ευαισθησία - και μάλιστα σε έργα σαν κι αυτό που θέτουν μεγάλα μεταφραστικά προβλήματα, όπως ακριβώς και η «Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας». Χωρίς τον Σπαντιδάκη οι μεταφράσεις των έργων του Καστοριάδη στα Ελληνικά θα είχαν ατυχήσει. Είμασταν τυχεροί, και του οφείλουμε ένα μεγάλο ευχαριστώ. 


[1] Την συνοπτική αυτή εικόνα αναπτύσσει περισσότερο η Αλεξάνδρα Δεληγιώργη. 

1 σχόλιο: