[Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, 23 Σεπτεμβρίου 2019]
Γιώργος
Ν. Οικονόμου
Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, συγγραφέας
Oikonomouyorgos.blogspot.com
ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗ
Στην απάντηση των Δ. Ψαρρά-Δ. Καρύδα
(εφσυν 5/8/2019) χρειάζονται ορισμένες διευκρινίσεις.
1. Οι δύο συντάκτες παραδέχθηκαν
εμμέσως το λάθος τους όσον αφορά στις απόψεις του Καστοριάδη για την αρχαία
Ελλάδα, αφού αναδιατύπωσαν την άποψή τους. Σε αυτήν λοιπόν την αναδιατύπωση
απαντώ στο παρόν κείμενο. Η ανάλυση του Καστοριάδη για τον αρχαιοελληνικό κόσμο
δεν έχει «αφαιρετικό και αδιαφοροποίητο χαρακτήρα», όπως γράφουν οι δύο συντάκτες,
αλλά συγκεκριμένο και στοχευμένο. Αναζητά τις ρίζες του δυτικού πολιτισμού και
την ανάδυση, για πρώτη φορά στην ιστορία, του προτάγματος της αυτονομίας. Η
ανάδυση αυτή σηματοδοτήθηκε από την αμφισβήτηση των παραδοσιακών κυρίαρχων
σημασιών τόσο στο χώρο των αντιλήψεων όσο και στον χώρο των θεσμών, πράγμα που
είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της φιλοσοφίας, της πολιτικής και της
δημοκρατίας. Αυτές τις νέες δημιουργίες αναδεικνύει ο Καστοριάδης με μοναδικό τρόπο
και πιστεύει ότι αποτελούν, όχι ένα μοντέλο, αλλά ένα γόνιμο σπέρμα για το
σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό διαφοροποιεί την δημοκρατική πόλιν, από τις
ολιγαρχικές, αριστοκρατικές πόλεις και από την μακεδονική μοναρχία.
Πιστεύει επίσης πως αυτές οι δημιουργίες
της δημοκρατίας σταμάτησαν οριστικώς τον 4ο π.Χ. αιώνα και όσα ακολούθησαν δεν
αποτελούν καμία συνέχεια ενός αόριστου και εθνικιστικού «ελληνισμού». Ουδέποτε ο
Καστοριάδης έχει χρησιμοποιήσει τον όρο «ελληνισμός» - όταν αναφέρεται στον
«ελληνικό κόσμο», εννοεί πάντα την αρχαία Ελλάδα μέχρι τον 4ο π.Χ.
Ούτε ο μακεδονικός κόσμος ούτε ο ελληνιστικός αποτελούν «συνέχεια» αυτού του
κόσμου - αλλά κάτι εντελώς διαφορετικό.
πολύ δε περισσότερο ο βυζαντινός, για τον οποίο έχει γράψει ένα από
τα καλύτερα κείμενα επί του θέματος («Οι μύθοι της παράδοσής μας»). Σε αυτό το
κείμενο ο Καστοριάδης αναδεικνύει την ιλιγγιώδη διαφορά του σκοτεινού
βυζαντινού κόσμου από τους κλασικούς χρόνους, με άλλα λόγια την πολιτική,
πολιτισμική και ανθρωπολογική τομή ανάμεσά τους, την α-συνέχειά τους. Και είναι
σαφέστατος όταν γράφει ότι οι δύο κόσμοι
είναι εντελώς ξένοι μεταξύ τους και θα πρέπει ο Νεοέλληνες να επιλέξουν μεταξύ
των δύο αντιφατικών κόσμων.
Ως γνωστόν ο σκληρός πυρήνας της
περιβόητης «συνέχειας του ελληνισμού» είναι η ένταξη του Βυζαντίου στο ιδεολόγημα
αυτό από τον Ζαμπέλιο και τον Παπαρρηγόπουλο που επαναλαμβάνεται, πάντα
ατεκμηρίωτα, από τους νεο-ορθόδοξους και την Αρβελέρ. Αυτό το αφήγημα
διαρρηγνύει ο Καστοριάδης αρκετές φορές, ιδίως με το προαναφερθέν κείμενο. Και
η α-συνέχεια αυτή υπάρχει και στην νεώτερη Ελλάδα μετά τον 18ο
αιώνα.
Είναι σίγουρο ότι οι εθνικιστές και
οι υποστηρικτές του ιδεολογήματος της συνέχειας δεν καταφεύγουν στη ρηξικέλευθη
κριτική του Καστοριάδη κατά του Βυζαντίου, ούτε στις αξίες της ελευθερίας, της
αυτονομίας και της άμεσης δημοκρατίας, δηλαδή στη συμμετοχή όλων στην εξουσία, ούτε
στην ριζοσπαστική κριτική του στις αντιδημοκρατικές και μεταφυσικές αντιλήψεις
του Πλάτωνα, ούτε στις θετικές απόψεις του για τους Σοφιστές, ούτε στην ανάδειξη
των απόψεων τού Αριστοτέλη για το δίκαιο, την ισότητα και τον πολίτη. Η ανάλυση
του Καστοριάδη είναι φιλοσοφική και πολιτική, όχι εθνικιστική ρητορεία περί
ενδόξων προγόνων.
2.
Η είσοδος του Καστοριάδη στην ελληνική σκηνή ήταν το 1980 πρώτη φορά - το 1989 ήταν
η δεύτερη. Το 1980 έκανε σεμινάρια στη Χίο με θέμα «Η γένεση της φιλοσοφίας και
της δημοκρατίας στην αρχαία Ελλάδα». Επίσης έδωσε στην Αθήνα μία διάλεξη στην
Ιατρική Σχολή Αθηνών για την Ψυχανάλυση και, με πρωτοβουλία μιας παρέας νέων,
δύο ομιλίες πολιτικού περιεχομένου στην ΑΣΟΕΕ, για τις δυνατότητες της
αυτονομίας και της δημοκρατίας στον σύγχρονο κόσμο. Σε αυτές προσήλθε πλήθος
κόσμου και τα αμφιθέατρα ήταν κατάμεστα. Ο Καστοριάδης ανέπτυξε τα θέματά του με
τις πρωτότυπες και αιρετικές απόψεις του
που δημιούργησαν μεγάλη αίσθηση, συζητήσεις και αντιπαραθέσεις και έθεσαν πράγματι
θρυαλλίδες στις καθιερωμένες αντιλήψεις περί αρχαίας Ελλάδας, περί φιλοσοφίας
και ψυχανάλυσης, περί αντιπροσωπευτικού συστήματος, αυτονομίας και δημοκρατίας,
περί μαρξισμού και σοσιαλισμού, και ασφαλώς περί της αποτυχημένης και ανίκανης
Αριστεράς. Με αυτήν την έννοια η παρουσία του ήταν πράγματι «ανατρεπτική».
3. Όσον αφορά στα γραφόμενα του Λεφόρ σε
ιδιωτική επιστολή, θα πρέπει να υπεισέλθουμε στην ερμηνεία ιδιωτικών γνωμών,
άρα σε δύσβατα μονοπάτια που δεν οδηγούν πουθενά. Κατ’ αρχάς υπάρχει πρόβλημα
με την γνώμη του ότι ο Καστοριάδης «αναπαράγει ανεστραμμένον τον ολοκληρωτικό
μύθο»! Τι σημαίνει «ανεστραμμένος ολοκληρωτικός μύθος»; Δεν νομίζω ότι έχει
κάποιο νόημα. Είναι μία κενή φράση. Ανήκει στις φραστικές ακροβασίες που
συνηθίζουν οι Γάλλοι διανοούμενοι.
Για την δεύτερη ιδιωτική γνώμη του
Λεφόρ, η δική μου ερμηνεία είναι η εξής: ο Λεφόρ ενοχλείται επειδή ο
Καστοριάδης ασκεί ριζική κριτική στο καπιταλιστικό και αντιπροσωπευτικό
σύστημα, εντός τού οποίου κέρδιζε το...βούτυρό του – όπως το κέρδιζε άλλωστε και
ο ίδιος ο Λεφόρ και ο Πουλαντζάς. Θα έπρεπε δηλαδή ο Καστοριάδης να μην «αισθάνεται ξένος» με
την κοινωνία αυτή, να της είναι ευγνώμων και να μην αναζητά κάποια άλλη
καλύτερη. Απαιτεί από τον Καστοριάδη υπακοή στο σύστημα και συμμόρφωση στο
«τέλος της ιστορίας», στα οποία δυστυχώς
κατέληξε ο Λεφόρ.
Εδώ βρίσκεται μία μεγάλη αντίθεση
ανάμεσα στους δύο στοχαστές, αφού ο Λεφόρ θεωρεί ότι το αντιπροσωπευτικό
πολίτευμα είναι δημοκρατικό, συνεπώς δεν χρειάζεται αλλαγή, ενώ ο Καστοριάδης
το θεωρεί ολιγαρχικό, όπως είναι πράγματι, και διατυπώνει ιδέες για την αλλαγή
του προς μία δημοκρατική κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου