Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

ΝΟΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ



[Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, 9 Ιουλίου 2014]

Γιώργος Ν. Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας

ΝΟΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ

Ένα από τα μεγάλα προβλήματα του νεοελληνικού πολιτικού,  κοινωνικού και πολιτιστικού βίου είναι η έλλειψη κοινωνιοκεντρικών και ανθρωποκεντρικών νοημάτων. Τα νοήματα που κυριαρχούν επί πολλές δεκαετίες είναι εθνικιστικά, θρησκευτικά, κομματικά, ατομικιστικά, προσωπικά λάιφ στάιλ, καταναλωτικά, ποδοσφαιρικά και τηλεοπτικά. Η ισοπεδωτική κυριαρχία αυτών των νοημάτων («κοινωνικών φαντασιακών σημασιών» κατά τον Καστοριάδη) επέβαλε έναν τρόπο ζωής πλήρως αποπολιτικοποιημένο, αλλά σφόδρα κομματικοποιημένο, υποταγμένο στις κομματικές ιδεολογίες, στην οικονομική ολιγαρχία, στα ΜΜΕ και στην Εκκλησία,  με αποτέλεσμα την απουσία πολιτικής κοινωνίας και τη σημερινή γενικευμένη χρεοκοπία. Είναι ανάγκη λοιπόν να υπάρξει ένας άλλος προσανατολισμός στη ναυαγισμένη κοινωνία. Χρειάζεται προς τούτο να αναζητηθούν και να προωθηθούν άλλα νοήματα που να είναι κοινωνιοκεντρικά και ανθρωποκεντρικά.
Κοινωνιοκεντρικά νοήματα, είναι αυτά που αντιπαρατίθενται στα εθνοκεντρικά, εθνικιστικά νοήματα, τα οποία είναι η κατ’ εξοχήν νεοελληνική μάστιγγα (Μεγάλη Ιδέα, Μακεδονικό, Σαμαράς, Καμμένος, ΛΑΟΣ, Χρυσή Αυγή, νεο-ορθόδοξοι). Κοινωνιοκεντρικά, είναι τα νοήματα που έχουν κέντρο την κοινωνία, που δημιουργούνται συλλογικά από όλη την κοινωνία και αφορούν όλη την κοινωνία, όχι επί μέρους στρώματα, ομάδες η τάξεις. Διαπνέονται δηλαδή από ισότητα και καθολικότητα. Έτσι ο εθνικισμός, ο ρατσισμός, ο σεξισμός και ο θρησκευτικός φανατισμός, αν και είναι κοινωνικά φαινόμενα, δεν είναι κοινωνιοκεντρικά, διότι στρέφονται εναντίον κοινωνικών τμημάτων – ο εθνικισμός εναντίον κάποιου έθνους και εναντίων αυτών τους οποίους δεν θεωρεί πατριώτες, ο ρατσισμός εναντίον κάποιας φυλής, ο σεξισμός εναντίον κάποιου φύλου και ο θρησκευτικός φανατισμός εναντίον κάποιας θρησκείας, αθρήσκων και αθέων. Πρεσβεύουν δηλαδή τον αποκλεισμό, την ανισότητα, αναιρούν την καθολικότητα.
Ούτε ο κομματισμός, ένας από τους στυλοβάτες του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, μπορεί να ενταχθεί στα κοινωνιοκεντρικά νοήματα, αφού, πρώτον, υποκαθιστά την κοινωνία δρώντας αντί γι αυτήν και δεύτερον, οι οπαδοί τού ενός κόμματος στρέφονται εναντίον του άλλου. Όταν δε ένα κόμμα εγκαθίσταται στην κυβέρνηση ευνοεί τα στελέχη και τα μέλη του με παντοίους τρόπους, αδικώντας πασιφανώς τους συμπαθούντες των άλλων κομμάτων και τους ακομμάτιστους. Ο κομματισμός καταστρατηγεί δηλαδή την αρχή της ισότητας, της καθολικότητας και της αξιοκρατίας.
Αντιθέτως, στα κοινωνιοκεντρικά νοήματα υπάγεται η πολιτική με την ουσιαστική έννοια, που δεν έχει σχέση με κόμματα, εκλογές, «αντιπροσώπους» και γραφειοκρατία, αλλά με τη συνολική θέσμιση της κοινωνίας από το κοινωνικό σύνολο. Πολιτική είναι η αμφισβήτηση θεσμών και νόμων, η αυτοοργάνωση και ο αυτοκαθορισμός του πλήθους, οι ιδεολογικές, κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις με κατεστημένες αντιλήψεις, με εδραιωμένα συμφέροντα και ολιγαρχικές πρακτικές. Η πολιτική δίνει έτσι προτεραιότητα στο κοινωνικό σύνολο και στην ισότητα.
Ανθρωποκεντρικά νοήματα, είναι αυτά που αντιπαρατίθενται στα θρησκειοκεντρικά νοήματα, τα οποία είναι η δεύτερη νεοελληνική μάστιγγα (Χριστόδουλος, Άνθιμος, Σεραφείμ Πειραιώς, η Εκκλησία ως ιδεολογικός και κρατικός θεσμός, βυζαντινισμός, νεο-ορθόδοξοι). Ανθρωποκεντρικά νοήματα είναι αυτά που έχουν κέντρο τον άνθρωπο και όχι τον «θεό», ούτε τη μεταφυσική και την ανύπαρκτη «μετά θάνατον ζωή». Είναι τα νοήματα που έχουν κέντρο τον άνθρωπο ως άνθρωπο, όχι ως πιστό κάποιας θρησκείας, ως μέλος κάποιας εθνότητας ή ως οπαδό μίας ιδεολογίας. Διαπνέονται δηλαδή από ισότητα και καθολικότητα. Έτσι ο εθνικισμός, ο ρατσισμός, ο σεξισμός και η θρησκευτική μισαλλοδοξία, αν και είναι χαρακτηριστικά ορισμένων ανθρώπων, δεν είναι ανθρωποκεντρικά. Δεν ενδιαφέρονται για τον άνθρωπο ως άνθρωπο, δεν μεριμνούν δηλαδή για όλους τους ανθρώπους, διότι στρέφονται εναντίον κάποιων άλλων, όπως ανέφερα προηγουμένως. Χρησιμοποιούν κυρίως τη βία και την τρομοκρατία, όχι μόνο ιδεολογική, ψυχολογική και φραστική αλλά συχνά και σωματική, όπως έδειξε η περίπτωση των νεοναζιστών. Ο εθνικισμός, ο ρατσισμός και ο θρησκευτικός φανατισμός αποτελούν τον προθάλαμο του φασισμού, που ανέρχεται ραγδαίως στην Ελλάδα τα τελευταία έτη.
Κοινωνιοκεντρικά και ανθρωποκεντρικά νοήματα είναι η ελευθερία παντός είδους, ατομική και πολιτική, η ελευθερία του λόγου και της θρησκευτικής πίστης, η ισότητα σε όλα τα πεδία, η πολιτική και κοινωνική αυτονομία, η δικαιοσύνη των πολιτών, η συμμετοχή των ατόμων στις αποφάσεις και στους νόμους (η άμεση δημοκρατία), τα κοινωνικά δικαιώματα ασφάλισης, υγειονομικής και φαρμακευτικής περίθαλψης, εργασίας, τροφής, στέγασης, ψυχαγωγίας, παιδείας, πολιτισμού. Είναι επίσης οι ομαλές κοινωνικές σχέσεις, χωρίς βία, διακρίσεις και διώξεις παντός είδους, χωρίς πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Είναι η αξιοπρέπεια, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός της διαφορετικότητας, ο μη αποκλεισμός ομάδων και ατόμων. Είναι τα νοήματα που αναφέρονται σε μία ζωή χωρίς κτηνώδη εργασία, φτώχεια, ανεργία, πείνα, χωρίς καταναλωτισμό, τηλεοπτική αποχαύνωση, ατομικισμό, χωρίς αλόγιστη «ανάπτυξη», οικολογική καταστροφή, ερήμωση του αστικού περιβάλλοντος, μόλυνση της ατμόσφαιρας, λεηλασία της φύσης.
Πολλά από τα νοήματα αυτά απουσιάζουν  από τις σημερινές κοινωνίες, φυσικά σε διαφορετικό βαθμό, όλως ιδιαιτέρως και σε μέγιστο βαθμό από τη νεοελληνική κοινωνία. Απουσιάζουν, επειδή απουσιάζει ο δήμος από την πολιτική σκηνή. Συνεπώς δεν είναι δεδομένα και κεκτημένα, δεν είναι ίδιον του ανθρώπου και των κοινωνιών, δεν προσφέρονται από κόμματα και βουλευτές, αλλά αποτελούν πολιτικές και κοινωνικές κατακτήσεις. Είναι προτάγματα που αναδύονται και πραγματοποιούνται μετά από συνειδητή επιλογή, θέληση, βούληση και αγώνα των ανθρώπων και των κοινωνιών.

Σάββατο 14 Ιουνίου 2014

ΝΟΣΗΡΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ



[Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, 13 Ιουνίου 2014]

Γιώργος Ν. Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας
ΝΟΣΗΡΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

            Οι περισσότερες κομματικές δυνάμεις εξέφρασαν την ικανοποίησή τους και πανηγύρισαν για τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών 2014. Ο ΣΥΡΙΖΑ επειδή βγήκε πρώτος, η ΝΔ αν και δεύτερη και αρκετά συρρικνωμένη επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ξεπέρασε τις πέντε μονάδες διαφορά, το νεοναζιστικό κόμμα επειδή βγήκε τρίτο, το ΠΑΣΟΚ επειδή δεν έπεσε στο 5%, το ΚΚΕ επειδή ανέβασε το ποσοστό του, το Ποτάμι επειδή με την πρώτη του εμφάνιση έπιασε σημαντικό ποσοστό και ο Καρατζαφέρης επειδή βγήκε από την ανυπαρξία. Όλοι σχεδόν πανηγύρισαν που ο περιβόητος ελληνικός «λαός» τους δικαίωσε, τους αντάμειψε για το έργο τους που υποτίθεται επιτελούν αόκνως προς όφελος του «λαού». Υπήρξαν φυσικά και οι πενθούντες (ΑΝΕΛ, ΔΗΜΑΡ, Οικολόγοι) αλλά ουδείς μίλησε για την μεγάλη αποχή, περίπου 44%, η οποία δηλώνει κατά μεγάλο μέρος αποδοκιμασία των εκλογών και του πολιτικού συστήματος και είναι ο ουσιαστικός «νικητής» των εκλογών.
            Οι πανηγυρισμοί των κομμάτων πάνω στο λεηλατημένο και πληγωμένο κοινωνικό σώμα δηλώνουν την νοσηρή κατάσταση στην οποία βρίσκεται το πολιτικό σύστημα. Δηλώνουν με έμφαση πως οι εκλογές τούς μόνους που οφελούν είναι οι πολιτικοί και τα κόμματα και πως το μόνο που ενδιαφέρει τα τελευταία είναι το δικό τους συμφέρον. Διότι και αυτές οι εκλογές, όπως και όλες οι προηγούμενες, δεν προσέφεραν κάτι καλύτερο στα χειμαζόμενα κοινωνικά στρώματα. Το μόνο που προσφέρουν είναι η ψευδαίσθηση της συμμετοχής στην πολιτική και οι φρούδες ελπίδες πως κάτι θα αλλάξει. Αυτό που αλλάζει όμως είναι η θέση των κομμάτων, ο συσχετισμός τους και η εναλλαγή τους στην εξουσία.
            Το πρώτο ζήτημα που ανέδειξαν αυτές οι εκλογές είναι η προσχώρηση ενός τμήματος της κοινωνίας στις ακραίες βάρβαρες καταστάσεις, όπως εκφράζονται από την εγκληματική ναζιστική οργάνωση, της οποίας οι μισοί βουλευτές βρίσκονται στη φυλακή και οι άλλοι μισοί είναι υπόδικοι. Εδώ η νοσηρότητα εκπηγάζει και από το κοινωνικό σώμα. Και επειδή στην Ελλάδα υπάρχει τεράστιο έλλειμμα παιδείας, πολιτισμού και δημοκρατικών αντιλήψεων, μπορεί η νοσηρότητα αυτή να επεκταθεί υπό μορφή επιδημίας, όπως έχει γίνει αρκετές φορές στο παρελθόν. Οι σκηνές βίας και τρομοκρατίας στη βουλή και στους δρόμους με τους ναζιστές να διαλύουν κάθε έννοια έννομης τάξεως, σε συνδυασμό με άλλα φαινόμενα, όπως αυτό του Μπαλτάκου, του Πειραιά και του Βόλου, είναι ένδειξη της νοσηρής κατάστασης που επωάζεται στους θεσμούς.
Εδώ βρίσκεται το δεύτερο ζήτημα που ανέδειξαν οι εκλογές: επιβεβαιώθηκαν και στερεώθηκαν οι προσβάσεις και η επιρροή του ναζιστικού μορφώματος και της ακροδεξιάς στους κρατικούς μηχανισμούς, στον Στρατό, στην Αστυνομία, στο Λιμενικό, στην Εκκλησία και στο Δικαστικό σώμα. Οι θεσμοί αυτοί πλαισιώνουν το πλέγμα συμφερόντων που ασκεί ανέκαθεν την εξουσία και λαμβάνει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τις αποφάσεις - τα ΜΜΕ, τους τραπεζίτες, τους μεγαλοεπιχειρηματίες, τους εφοπλιστές και τους μεγαλοεργολάβους - υποστηριζόμενο από τα κόμματα της Δεξιάς, της Ακροδεξιάς και του Κέντρου (ΠΑΣΟΚ). Όλοι αυτοί δεν είναι κατά του καπιταλισμού και του νεοφιλελευθερισμού ούτε υπέρ των θεσμικών μεταρρυθμίσεων, πολλώ δε μάλλον υπέρ του «σοσιαλισμού». Επιθυμούν και απεργάζονται αυταρχικές λύσεις, πράγμα που έκαναν αρκετές φορές στο παρελθόν και απέδειξε εμπράκτως ο επικίνδυνος Α. Σαμαράς με την αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά του – ακροδεξιοί συνεργάτες, υπόθεση Μπαλτάκου, γκεμπελική προπαγάνδα, κλείσιμο της ΕΡΤ, περιφρόνηση του κοινοβουλίου, πρόωρο κλείσιμο της βουλής.   
Στο πλαίσιο αυτό, το τρίτο βασικό ερώτημα που ανακύπτει είναι τι θα κάνει με όλο αυτό το πλέγμα εξουσίας και νοσηρής κατάστασης - συστήματος  και κοινωνίας - μία ενδεχόμενη κυβέρνηση της Αριστεράς. Δεδομένου ότι ο σχηματισμός κυβέρνησης δεν σημαίνει και ουσιαστική άσκηση εξουσίας, δύο ενδεχόμενα διαγράφονται μέσα στα πλαίσια της ρεαλιστικής πολιτικής. Πρώτον, η Αριστερά δεν συγκρούεται με το πλέγμα εξουσίας και συμφερόντων, απλώς προβαίνει σε μερικές επουσιώδεις μεταρρυθμίσεις και αφήνει το σύστημα ανέπαφο να συνεχίζει την νικηφόρα πορεία του και αυτή να επωφελείται από τα προνόμια και τα αγαθά της διακυβέρνησης, τα οποία δεν είναι ευκαταφρόνητα. Δεύτερον, η Αριστερά έχει αποφασίσει να συγκρουσθεί, όπως διαφαίνεται σε ορισμένα υπερφίαλα και θερμόαιμα στελέχη της. Σε αυτήν την περίπτωση όμως θα έπρεπε να έχει διασαφηνίσει τα μελλοντικά μέτρα διακυβέρνησης και τον τρόπο σύγκρουσης, διότι τα οχυρά της εξουσίας δεν πίπτουν επειδή αυτά  θα αναγνωρίσουν την «ανωτερότητα» των ιδεών και του ήθους της Αριστεράς.
Όμως τίποτε τέτοιο δεν διαγράφεται στον ορίζοντα, διότι η Αριστερά δεν προτείνει λ.χ. χωρισμό Εκκλησίας και πολιτείας ούτε εκκαθάριση της Αστυνομίας, του Στρατού και του Δικαστικού σώματος από τα φιλοναζιστικά και φιλοχουντικά στοιχεία ούτε σημαντικές συνταγματικές αλλαγές. Ούτε επίσης φαίνεται να προετοιμάζεται μαζί με την κοινωνία -τον μοναδικό σύμμαχο που μπορεί να έχει σε περίπτωση πολιτικής σύγκρουσης. Επομένως το πιο πιθανό είναι η επιλογή της πρώτης οδού, η μη σύγκρουση. Οφείλει όμως στην περίπτωση αυτή η Αριστερά να ενημερώσει την κοινωνία και να μη δημιουργεί υπέρογκες προσδοκίες, πράγμα το οποίο φαίνεται απίθανο να πράξει. Εν ολίγοις η κατάσταση παραμένει εξαιρετικά δύσκολη με ένα πολιτικό σύστημα ανάλγητο και ανίκανο, με μία κοινωνία διχασμένη, φοβισμένη και ηττημένη, οδεύουσα πρός τη δυστοπία.