Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΤΕΣ ΤΟΥ


[Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Πολίτες, αρ. 26, Μάιος 2011] 


Γιώργος Ν. Οικονόμου

Δρ Φιλοσοφίας
oikonomouyorgos.blogspot.com

 

Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΤΕΣ ΤΟΥ  


          H αυτονομία είναι μία κομβική ιδέα στο έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη, και στηρίζεται στην (άμεση) δημοκρατία. Οι αρχές, οι θεσμοί και οι σημασίες της πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά στην Αθηναϊκή Δημοκρατία, η οποία αποτέλεσε την πρώτη έκφραση του προτάγματος της αυτονομίας. Η ιδέα αυτή έχει προκαλέσει, όπως είναι αναμενόμενο, αρκετές συζητήσεις κυρίως όσον αφορά στο εφικτό και στους τρόπους εφαρμογής της στη σημερινή εποχή. Όμως, ορισμένα σημεία από το πλαίσιο της ιδέας αυτής έχουν παρεξηγηθεί και παρερμηνευθεί. Μερικές παρεξηγήσεις και διαστρεβλώσεις έχουν εμφιλοχωρήσει στη κριτική του Γ. Σιακαντάρη, για το  βιβλίο του Καστοριάδη «Ακυβέρνητη κοινωνία», που δημοσιεύθηκε  στην «Καθημερινή» (6 Μαρτίου 2011, σ. 11) με τον άστοχο τίτλο «Η ιδεώδης κοινωνία κατά Καστοριάδη». Τις παρεξηγήσεις αυτές, κυρίως στο τελευταίο μέρος τής κριτικής του, συζητώ εν συντομία πιο κάτω.
1. Ο Γ. Σ. αναφέρει γενικώς και αορίστως ότι «πολλοί αμφισβητούν το κατά πόσον υπήρξε τόσο άμεση» η Αθηναϊκή Δημοκρατία, χωρίς να παραθέτει ονόματα και επιχειρήματα. Όμως, ο άμεσος χαρακτήρας της αθηναϊκής δημοκρατίας έχει υποστηριχθεί αρκούντως και έχουν ανασκευασθεί τα αντίθετα επιχειρήματα. Οι δύο βασικοί θεσμοί που εξασφαλίζουν το άμεσο είναι η εκκλησία του δήμου και η κλήρωσις. Στην πρώτη συμμετέχουν άμεσα, χωρίς αντιπροσώπους, όλοι οι ενήλικοι άρρενες ελεύθεροι πολίτες, συζητούν, προτείνουν και ψηφίζουν για όλα α σημαντικά ζητήματα της πόλεως και θεσπίζουν τους νόμους – ασκούν δηλαδή την κυβερνητική και νομοθετική εξουσία. Με την κλήρωση συμμετέχουν όλοι οι πολίτες άμεσα, αυτοπροσώπως, στη δικαστική και την εκτελεστική εξουσία. Με άλλα λόγια ο Αθηναίος πολίτης συμμετέχει πραγματικώς άμεσα σε όλες τις μορφές εξουσίας και στον έλεγχό της. Βλ. μεταξύ των πολλών σχετικών  κειμένων από τη διεθνή βιβλιογραφία τα έργα του Vidal-Naquet, του Hansen, του Ober, φυσικά τα κείμενα του Καστοριάδη, όπως «Η ελληνική ιδιαιτερότητα», τόμ. Β΄ και το βιβλίο μου «Η άμεση δημοκρατία και η κριτική του Αριστοτέλη» (εκδ. Παπαζήση).
2. Ο Γ. Σ γράφει ότι «οι πολλοί κατατάσσουν με ευκολία» τον Καστοριάδη στους υποστηρικτές της (άμεσης) δημοκρατίας. Όμως ο ίδιος ο φιλόσοφος σε πολλά κείμενά του, και βεβαίως στην  «Ακυβέρνητη κοινωνία», τάσσεται υπέρ της άμεσης δημοκρατίας, αναλύει τις αρχές και τις σημασίες της, και την αναδεικνύει ως εναλλακτική πολιτική πρόταση στην αντιπροσώπευση, θεωρώντας την βάση τής αυτονομίας. Η ανάδειξη τής ιδέας αυτής δεν συγκαλύπτει φυσικά όλες τις άλλες πτυχές του πολυσχιδούς και πλούσιου έργου του, όπως νομίζει ο Γ. Σ. Αντιθέτως, οι πτυχές αυτές πρέπει να τονίζονται και να αναδεικνύονται, διότι βοηθούν στην καλύτερη προσέγγιση και κατανόηση της φιλοσοφίας του, η οποία διέπεται ακριβώς από τις έννοιες της δημιουργίας, της φαντασίας, της ελευθερίας και της αυτονομίας. Έχει όμως παρατηρηθεί ότι ορισμένοι ενοχλούνται και προσπαθούν να συγκαλύψουν ακριβώς την ριζοσπαστική πολιτική πτυχή του καστοριαδικού έργου, καθώς και τη ρηξικέλευθη φιλοσοφική κριτική του στην κληρονομημένη σκέψη και στη θρησκεία. 
3. Ο Γ. Σ. διατείνεται ότι ο Κ. Καστοριάδης αναζητεί την «ιδεώδη κοινωνία». Όμως αυτή είναι μία παρεξήγηση και συνιστά διαστρέβλωση των απόψεων του φιλοσόφου. Τίποτε δεν είναι πιο ξένο για τον συγγραφέα της «Φαντασιακής θέσμισης της κοινωνίας» από την αναζήτηση της «ιδεώδους κοινωνίας». Ο ίδιος ασκεί κριτική στον Πλάτωνα και στον Μαρξ γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Η αναζήτηση του Καστοριάδη δεν είναι η «ιδεώδης κοινωνία», αλλά η δίκαιη, η δημοκρατική κοινωνία, την οποία βλέπει ως αποτέλεσμα του αγώνα, της θέλησης και της φαντασίας των ανθρώπων, ως έκφραση και υλοποίηση του προτάγματος της αυτονομίας. Η (άμεση) δημοκρατία είναι το πολίτευμα στο οποίο οι άνθρωποι θα συμμετέχουν στις αποφάσεις και τους νόμους, θα είναι δηλαδή υποκείμενα της πολιτικής και όχι αντικείμενα, όπως είναι σήμερα στα κοινοβουλευτικά καθεστώτα. Άλλωστε το πρόταγμα της αυτονομίας δεν είναι μία προσωπική πρόταση του Καστοριάδη, αλλά υπάρχει στην ανθρώπινη ιστορία, είναι αίτημα ιστορικό και κοινωνικό, αναδύεται από τις προσπάθειες και τους αγώνες των ανθρώπων. Η πρώτη έκφρασή του ήταν στην αρχαία Ελλάδα με τη δημιουργία της δημοκρατίας και συνεχίζεται στους Νέους Χρόνους, την Αναγέννηση, τον Διαφωτισμό και τις αστικές επαναστάσεις του 17ου και 18ου αιώνα. Φυσικά ουδείς από τους οραματιστές της «ιδεώδους» κοινωνίας υποστήριξε την άμεση δημοκρατία, ούτε ο Πλάτων ούτε ο Μαρξ.
4. Ο Γ. Σ. χαρακτηρίζει την αναζήτηση της δημοκρατικής κοινωνίας ουτοπική. Όμως ουτοπία είναι η αναζήτηση μίας ιδεώδους, εξιδανικευμένης και τέλειας κοινωνίας. Ενώ η (άμεση) δημοκρατία υπήρξε ιστορικό επίτευγμα, υπήρξε στην πραγματικότητα, ήταν ρεαλιστικό γεγονός, και όχι θεωρητική σύλληψη ή ουτοπία. Επί πλέον ενέπνευσε κινήματα και προσπάθειες χειραφέτησης σε όλο τον κόσμο, όπως επισημαίνει η Χάννα Άρεντ. Αντιθέτως, η ουτοπία δημιουργήθηκε για πρώτη φορά στην ανθρώπινη σκέψη ως θεωρητική φιλοσοφική απάντηση στη δημοκρατία. Ο εισηγητής της ουτοπίας είναι ο μεγάλος αντιδημοκράτης φιλόσοφος, ο Πλάτων, ο οποίος συνέλαβε μία πολιτεία που υπάρχει μόνο στη σκέψη του. Πρόκειται για μία εφιαλτική αντιδημοκρατική πολιτεία, με την έννοια ότι είναι κλειστή, ιεραρχική, αυταρχική και αυστηρώς «ταξική», στην οποία οι «βασιλείς φιλόσοφοι» είναι απόλυτοι κυρίαρχοι επί των άλλων δύο «τάξεων» και κυβερνούν χωρίς νόμους. Είναι ουτοπία, όχι με την έννοια ότι δεν υπήρξαν τέτοιες αντιδημοκρατικές πολιτείες, αλλά διότι αυτοί οι «βασιλείς φιλόσοφοι» δεν υπήρξαν ποτέ και είναι αδύνατο να βρεθούν όπως τους οραματιζόταν ο Πλάτων, για να δημιουργήσουν την «αρίστη πολιτεία» με ειρήνη και ευδαιμονία. Στους δρόμους της ουτοπίας κινήθηκε και ο Μαρξ, οραματιζόμενος την ιδεώδη κομμουνιστική αταξική κοινωνία μέσω αντιδημοκρατικών μεθοδεύσεων (Κομμουνιστικό Κόμμα, δικτατορία του προλεταριάτου). Στην  «Ακυβέρνητη κοινωνία» (σ. 27 κ.ε.) ο Καστοριάδης επιχειρηματολογεί για ποιους λόγους το πρόταγμα της αυτονομίας, η (άμεση) δημοκρατία, δεν είναι ουτοπία. Όμως ο Γ. Σ. αντιπαρέρχεται σιωπηρώς την επιχειρηματολογία αυτή. 
5. Συγχέοντας την ιδεώδη κοινωνία με τη δημοκρατική, ο Γ. Σ. αποφαίνεται δογματικώς ότι η αναζήτηση της (άμεσης) δημοκρατίας είναι «το πρώτο βήμα που οδηγεί στην ολοκληρωτική κοινωνία». Εδώ πρόκειται αφ’ενός για παρεξήγηση και σύγχυση εννοιών και αφ’ετέρου για απαξίωση και συκοφάντηση των απόψεων του Καστοριάδη. Στην ολοκληρωτική κοινωνία δεν οδήγησε η αναζήτηση της δημοκρατίας και οι δημοκρατικές ιδέες, αλλά οι αντιδημοκρατικές ιδεολογίες όπως ο ναζισμός, ο φασισμός και ο κομμουνισμός. Και οι τρεις αυτές ιδεολογίες βρίσκονται στον αντίποδα της δημοκρατίας, είναι οι αναιρέσεις της, όπως έδειξαν η Άρεντ, ο  Παπαϊωάννου, ο Καστοριάδης και φυσικά η ίδια η πραγματικότητα. Σημειωτέον ότι ο ναζισμός και ο φασισμός προέκυψαν «φυσιολογικώς» μέσα από τα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα. Ενώ η (άμεση) δημοκρατία, βασισμένη στις αρχές της ελευθερίας, της ισότητας, της άμεσης συμμετοχής των ανθρώπων σε όλες τις μορφές της εξουσίας και στον ουσιαστικό και διαρκή έλεγχο της τελευταίας, ουδεμία σχέση έχει με ολοκληρωτισμούς, ουδέποτε οδήγησε σε ολοκληρωτικά συστήματα. Αντιθέτως, δημιούργησε όλες τις απελευθερωτικές και εξισωτικές σημασίες (ελευθερία, ισότητα, εγκόσμια δικαιοσύνη των πολιτών, έλεγχο της εξουσίας, συμμετοχή, συνεργασία), που βρήκαν έκφραση τόσο σε θεσμούς, και έκτοτε επιδρούν ευεργετικά στο φαντασιακό των ανθρώπων, όσο και στα εκπληκτικά επιτεύγματα της τραγωδίας, της κωμωδίας, της ιστοριογραφίας, της ρητορικής, της φιλοσοφίας κ.ά.
6. Τέλος, ο Γ.Σ. γράφει ότι ο Καστοριάδης υποτίμησε τη σημασία του αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος. Αυτό δεν είναι αλήθεια, διότι στα σχετικά κείμενα του φιλοσόφου είναι εμφανής η εκτίμησή του στα θετικά στοιχεία του πολιτεύματος αυτού. Ο Καστοριάδης τονίζει ότι το πρόταγμα της αυτονομίας εμφανίσθηκε για δεύτερη φορά στους Νέους Χρόνους με την Αναγέννηση, τον Διαφωτισμό και τις επαναστάσεις του 17ου και 18ου αιώνα σε Αγγλία, Αμερική και Γαλλία, και  οδήγησε στην κατάρρευση της απολυταρχίας και της εκκλησιαστικοκρατίας, στις ατομικές ελευθερίες, στα ανθρώπινα δικαιώματα, στην κατάργηση της δουλείας και στα αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα. Όμως κατά τον Καστοριάδη το αντιπροσωπευτικό πολίτευμα αφ’ ενός δεν αποτελεί το τέλος της ιστορίας και αφ’ ετέρου δεν είναι δημοκρατία, όπως νομίζει ο Γ. Σιακαντάρης, αλλά ολιγαρχία, φιλελεύθερη ολιγαρχία - είναι αντιδημοκρατικό, όπως θα έλεγε και ο Αριστοτέλης. Στηρίζεται στην πολιτική ανισότητα και την πολιτική ανελευθερία. Διότι, οι ολίγοι λαμβάνουν τις αποφάσεις, θεσπίζουν τους νόμους, ασκούν την εκτελεστική και δικαστική εξουσία, προς το συμφέρον των ολίγων, ενώ οι πολλοί όχι μόνο δεν συμμετέχουν  αλλά εκτελούν υπάκουα τις άνωθεν εντολές.
Η άποψη αυτή είναι πολιτική εκτίμηση και όχι υποτίμηση, και βεβαίως δεν είναι ιδεολογία ολοκληρωτικών αντιλήψεων, όπως αφοριστικά και συκοφαντικά αποφαίνεται ο Γ.Σ. Είναι πρόταση για την δημοκρατική κοινωνία. Άλλωστε, στα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα παρατηρείται τελευταίως μία συρρίκνωση και αυτών των ελαχίστων κατακτήσεων των πολλών, πτώση του οικονομικού επιπέδου, υποβάθμιση της ποιότητας του βίου. ανεργία και φαλκίδευση των δικαιωμάτων και ελευθεριών. Οι ευθύνες ανήκουν σε όλα ανεξαιρέτως τα  κόμματα που άσκησαν εξουσία, είτε «δεξιά» και «κεντρώα», είτε «σοσιαλιστικά» και «σοσιαλδημοκρατικά». Όλα  νομοθετούν προς όφελος δικό τους, προς όφελος των τραπεζών, των επιχειρήσεων, των ΜΜΕ, και όχι προς όφελος των κατωτέρων και μεσαίων στρωμάτων. Αυτό σημαίνει όχι μόνο κρίση του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, αλλά αποτυχία του, κυρίως στη  βασική του διακήρυξη ότι κυβερνά προς το κοινό συμφέρον, εξασφαλίζοντας τη γενική ευημερία και την κοινωνική ειρήνη.
Η έλλογη διαφωνία με τις απόψεις του Καστοριάδη προάγει τη συζήτηση, τον στοχασμό και τη γνώση. Όμως, το να ονομάζεται ολοκληρωτισμός η κριτική στο αντιπροσωπευτικό σύστημα και η αναζήτηση της δημοκρατικής κοινωνίας, είναι συκοφάντηση των απόψεων του Κ. Καστοριάδη και της (άμεσης) δημοκρατίας. Το να χαρακτηρίζονται οι απόψεις με τις οποίες διαφωνεί ο Γ. Σ. ιδεολογία ολοκληρωτικών αντιλήψεων δημιουργεί επί πλέον δογματισμούς, διαχωρισμούς και δεν προάγει τίποτε, παρά μόνο την αυτοεπιβεβαίωση και τον αυτοεγκλεισμό Εάν ο Γ. Σιακαντάρης ενοχλείται από τις δημοκρατικές ιδέες και προτιμά τις ολιγαρχικές, είναι θέμα προσωπικής επιλογής του. Όμως, όσον αφορά στις απόψεις του Καστοριάδη, χρειάζεται προσεκτικότερη μελέτη των κειμένων του προκειμένου να διατυπωθούν πολιτικά επιχειρήματα, που να αντέχουν στη βάσανο της έλλογης κριτικής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου